- ιππιαναξ
- ἱππιάναξἱππι-άναξ-ακτος ὅ начальник конницы Aesch.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ιππιάναξ — ἱππιάναξ, ακτος, ὁ (Α) αρχηγός τών ιππέων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἵππιος + ἄναξ] … Dictionary of Greek
ἱππιανάκτων — ἱππιάναξ king of horsemen masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱππιάνακτας — ἱππιάναξ king of horsemen masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)